- σεαφόρθια
- η, Νβοτ. γένος φυτών τής οικογένειας τών φοινικιδών, με 13 περίπου είδη.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. seaforthia, από το όνομα τού λόρδου Seaforth, Άγγλου ευγενούς].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.